Οι έλκοντες την καταγωγή από την Πόλη, ξεφυλλίζοντας το βιβλίο της Τουρκέρ, θα καθρεφτιστούν σε ιερές αφηγήσεις χαμένων οικείων.
Tι κοινό έχουν ο Αγγελος (Angel) με τη Βασιλεία (Basilia); Ο Γιάννης (Giles) με τη Δωροθέα (Dorinda); Η Θάλεια (Talea) με τον Θοδωρή (Tivadar); Ο Κοσμάς (Uranus) με τον Λεωνίδα (Leonidas); Η Ξένια (Xandra) με την Ουρανία (Obelia); Ο Υάκινθος (Jacinda) με τη Χαρίκλεια (Aricia); Μαζί με πολλούς άλλους, είτε συστήνονται με ψευδώνυμα είτε όχι, έχουν ρίζες ίδιες κι είναι από καρδιάς συνταξιδιώτες μνήμης. Οι αφηγήσεις τους συνθέτουν το πολύτιμο υλικό, υφάδι για τη Νουρντάν Τουρκέρ, συγγραφέα του βιβλίου: «Ρωμιοί της Πόλης» –δεν έχω πατρίδα, έχω τον τόπο μου– χώρος, μνήμη, τελετουργίες. Τουρκάλα με σπουδές Πολιτικών Επιστημών και διδακτορικό στην Κοινωνική Ανθρωπολογία προλογίζει: «Η εργασία μου κατέστη δυνατή χάρη στην καθοδήγηση, στον χρόνο που γενναιόδωρα μου αφιέρωσαν και στη ζεστή φιλία με την οποία με περιέβαλαν οι Κωνσταντινουπολίτες Ρωμιοί και Ρωμιές, στην Αθήνα και στην Πόλη. Αφιερωμένο σ’ αυτούς». Η μνήμη της Πόλης. Αυτό είναι το λίκνο, μια νοερή σκυταλοδρομία, με στάσεις σε πρόσωπα και γεγονότα από τα βάθη των αιώνων έως σήμερα. «Θεωρούσα τον εαυτό μου μια συνέχεια των Βυζαντινών», λέει η πληροφορήτρια Ιωάννα: «Η Τούρκισσα δασκάλα έλεγε νικήσαμε τον εχθρό. Ετσι, τον κάναμε τον Κωνσταντίνο, αλλιώς τον κάναμε, νικήσαμε τον εχθρό και στο Ματζικέρτ. Αλλά εγώ ήμουν ζόρικη μαθήτρια. Ελεγα δεν θα μάθω τουρκική ιστορία, εγώ είμαι Βυζαντινή».
Μίλτος, πληροφορητής: «Οι περισσότεροι φτωχοί και όχι μορφωμένοι Ρωμιοί χρησιμοποιούσαν πολλές τουρκικές λέξεις, όχι μόνο στα ουσιαστικά και στα επίθετα αλλά ακόμη και τα ρήματα τα έλεγαν στα τουρκικά».
Εκρίζωση: «Πρώτα σε έδιωχναν από τη δουλειά, ύστερα άρχισαν να σου χαλάνε την οικογενειακή ηρεμία. Το ’64 που ήταν τα γεγονότα της Κύπρου τα χρησιμοποίησαν σαν πρόσχημα για να κάνουν τις απελάσεις, η χειρότερη αιμορραγία που υπέστη η κοινότητα». Συνεχίζει ο πληροφορητής Δημήτρης: «Υστερα ήρθε το ’74. Ημασταν στην Πρίγκηπο. Σκεπάζαμε τα παράθυρα με μπλε ή κόκκινο χαρτί για να κάνουμε συσκότιση».
Σεπτεμβριανά, 6-7 του μηνός, έτος 1955, πληροφορητής Ακης: «Ο,τι τραβήξαμε τότε εμείς το τραβούν τώρα οι Κούρδοι. Πριν από εμάς το τράβηξαν οι Αρμένηδες, σε κάποια φάση και οι Λαζοί. Πάντα ήθελαν να βγάλουν απέξω ένα κομμάτι, γι’ αυτό έγιναν τα Σεπτεμβριανά για να φύγουμε». Στράτος: «Αυτοί που μπήκαν ήταν εντελώς άγνωστοί μας. Φέρθηκαν πολύ... πάρα πολύ άσχημα... Είχαμε χαλιά στο σπίτι, τα έκοψαν τα έκαναν κομμάτια, η μάνα μου κράτησε μερικά τα είχαμε για ανάμνηση».
Η Τούρκισσα γειτόνισσα φώναξε στη μητέρα της πληροφορήτριας Θεοδώρας: «Κατίνα, άναψε τα φώτα και βάλε σημαία απέξω της είπε. Ο μπαμπάς μου ανέβηκε ευθύς επάνω κρέμασε την τούρκικη σημαία, ανάψαμε τα φώτα και περιμέναμε». Παρακάτω ήταν ένας μπακάλης ο μπαρμπα-Νουρί, «...έσωσε όλη τη γειτονιά. Βγήκε στον δρόμο με τους δυο γιους του λέγοντας στους καταστροφείς: Αυτά τα σπίτια είναι δικά μου μην μπείτε σε αυτά».
Λεωνίδας, πληροφορητής: «Τριάντα χρόνια είμαι στην Αθήνα, έχω πλατύ κύκλο γνωριμιών αλλά οι φίλοι μου είναι πάντα στην Τουρκία. Μιλάμε ίδια γλώσσα, έχουμε ίδια θρησκεία, αλλά οι Ελληνες έχουν διαφορετικό τρόπο να βλέπουν τα πράγματα από εμάς τους Ρωμιούς».
«Νύχτα τρόμου»
Ελένη, πληροφορήτρια: «Είχαμε πάντα έναν φόβο, μια συστολή. Ειδικά με τα γεγονότα της Κύπρου... Τις νύχτες που γινόταν συσκότιση έριξαν φως στο σπίτι μας και το πετροβόλησαν. Νύχτα τρόμου. Δεν ξεχνώ τον φόβο της μαμάς μου. Δεν αφήσαμε έτσι το όμορφο σπιτάκι μας και φύγαμε επειδή ήμασταν τρελοί...».
Ξέρετε τι θα πει Nostalji; Μιχάλης, πληροφορητής: «Σύνθετη λέξη από το νόστος και άλγος. Είναι ο πόνος που νιώθεις όταν σου λείπει ο τόπος όπου γεννήθηκες».
Δάμος (Daemon) πληροφορητής: «Κάθε φορά που πάμε την Πόλη πρώτη μας δουλειά να πάμε στα μνήματα... Περπατούμε σε όλο τον χώρο, κάθε λίγο λέμε ααα, αυτή ήταν γειτόνισσά μας, αυτός ο δάσκαλός μας, ο φαρμακοποιός, ο μπακάλης μας. Ολοι αυτοί ζωντανεύουν».
Τεκμαίρεται εντιμότητα στο γραφτό της Τουρκέρ και διαύγεια, ακριβοζύγισμα, με χρήση πληθωρικής βιβλιογραφίας, στην περιοδολόγηση σταθμών του χρόνου. Οι Ελληνες που ασκούν μηχανιστικά το τουριστικό και καταναλωτικό τους δικαίωμα επισκεπτόμενοι τη βασιλίδα των πόλεων θα προσθέσουν μια πολύτιμη ματιά στις αποσκευές τους. Οι έλκοντες την καταγωγή από «εκεί» ξεφυλλίζοντας θα καθρεφτιστούν σε ιερές αφηγήσεις χαμένων οικείων, ή θα ξαναμετρήσουν προσκυνηματικά βήματα από το ένδον ημερολόγιο. Την «Πολίτικη Κουζίνα» θυμηθήκατε; Στίχοι –τι μουσική από τη Ρεμπούτσικα, τι ερμηνεία από τη Θεοδωρίδου– του Πολίτη σκηνοθέτη Τάσου Μπουλμέτη: «...Τα ντουμάνια στου τρένου τις γραμμές/ σου δείχνουνε το χθες θες δε θες/Στα λιμάνια των φάρων οι ριπές/ανάψανε φωτιές αχ μην κλαις». (kathimerini)